Μπορείτε να στέλνετε τις ερωτήσεις σας σχετικά με θέματα αυτογνωσίας, πνευματικότητας, ψυχικής υγείας, κ.τ.λ, στη διεύθυνση nbatras@yahoo.com και θα τις απαντάω εδώ.
Ευχαριστώ!
一一一一一一
Η παρατήρηση του εαυτού χωρίς την επίδραση του νου απαιτεί εγρήγορση και εσωτερική σιωπή. Αυτό που λέμε νους είναι ουσιαστικά οι σκέψεις, οι αναμνήσεις, η φαντασία, κτλ. Η αληθινή παρατήρηση γίνεται από κάτι που είναι πέρα από τον νου - την καθαρή παρουσία, όπου βλέπουμε χωρίς να κρίνουμε και χωρίς να εμπλεκόμαστε.
Όταν παρατηρούμε τον εαυτό μας, αρχικά βλέπουμε το εγώ - δηλαδή τις αντιδράσεις, τις σκέψεις, τις συνήθειες, τους φόβους, τις επιθυμίες, κ.ά. Αυτή είναι η πρώτη φάση. Αν μείνουμε σε αυτή την παρατήρηση χωρίς να ταυτιζόμαστε, θα αρχίσουμε να βλέπουμε ότι το εγώ είναι απλώς ένας αυτόματος μηχανισμός.
Αν η παρατήρηση γίνει βαθύτερη, φτάνουμε σε μια κατάσταση όπου η ταύτιση με τις σκέψεις και τις αντιδράσεις αρχίζει να διαλύεται. Τότε αρχίζουμε να βιώνουμε κάτι πιο αληθινό και σταθερό, κάτι πέρα από το εγώ, μια αίσθηση καθαρής ύπαρξης, απρόσωπης, που είναι γεμάτη επίγνωση (αυτό είναι που ονομάζουμε αληθινός εαυτός, σε αντίθεση με το εγώ που αποτελείται από παροδικά φαινόμενα). Αυτή η κατάσταση μπορεί να μας οδηγήσει σε ελευθερία από τις αυτόματες αντιδράσεις, βαθύτερη κατανόηση του εαυτού μας και τελικά σε μια διαφορετική σχέση με την ίδια την πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα που βιώνουμε τώρα διαμορφώνεται μέσα από τον νου μας, μέσα από σκέψεις, πεποιθήσεις, μνήμες και συναισθήματα. Αν η παρατήρηση του εαυτού μας εμβαθύνει και η ταύτιση με το εγώ αρχίσει να διαλύεται, τότε η σχέση μας με την πραγματικότητα αλλάζει ριζικά. Δεν θα βλέπουμε τα γεγονότα μέσα από το φίλτρο του παρελθόντος ή των συναισθηματικών αντιδράσεων. Δεν θα αντιδρούμε μηχανικά, αλλά θα έχουμε μια άμεση και καθαρή αντίληψη του παρόντος. Η πραγματικότητα δεν θα είναι κάτι εναντίον μας ή κάτι που πρέπει να ελέγξουμε. Θα γίνει κάτι που βιώνουμε χωρίς εσωτερική αντίσταση.
Σ’ αυτό το σημείο μπορεί να βιώσουμε τη ζωή με μια αίσθηση ελευθερίας και γαλήνης, όπου τα εξωτερικά γεγονότα δεν θα μας κυριεύουν ψυχολογικά. Η πραγματικότητα θα πάψει να είναι ένα πεδίο συνεχούς αγώνα και θα γίνει μια ροή που απλώς υπάρχει και εμείς θα είμαστε σε αρμονία μαζί της.
一一一一一一
"Αν η αίσθηση του εαυτού μας και η προσωπικότητά μας είναι ένα ψέμα του εγκεφάλου, έχει κάποιο νόημα η αυτογνωσία; Έχει το εγώ και η προσωπικότητα κάποια καλή χρησιμότητα στη ζωή μας;"
Η αυτογνωσία δεν αναφέρεται τόσο στην προσωπικότητα και στον τρόπο που λειτουργεί το σύστημά μας, όσο στη γνώση της φύσης του εαυτού. Ως εαυτό εννοούμε αυτό που μας δίνει τη γνώση της ύπαρξης (το Είμαι) και όχι την προσωπικότητα. Η προσωπικότητα αποτελείται από χαρακτηριστικά έμφυτα και επίκτητα που υπόκεινται σε μεταβολές. Το Είμαι (η γνώση της ύπαρξης) δεν αλλάζει.
Η προσωπικότητα έχει την ιδιότητα να παρουσιάζεται ως εαυτός. Είναι αυτό που λέμε “εγώ”. “Εγώ είμαι έτσι, εγώ είμαι κάπως, εγώ είμαι αυτός που…” κτλ. Όλα αυτά αναφέρονται σε χαρακτηριστικά, ιδιότητες, ταυτότητες και ρόλους. Δεν είναι αυτή η φύση του εαυτού (γι’ αυτό και λέμε μερικές φορές “αληθινός εαυτός”, έναντι του ψευδούς εαυτού που είναι η προσωπικότητα ή το εγώ).
Το να γνωρίζουμε τη φύση του εαυτού μάς προστατεύει από το να μην ταυτιζόμαστε με την προσωπικότητα. Έτσι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας γίνονται παρατηρούμενα φαινόμενα και δεν τα νιώθουμε ως απόλυτες αλήθειες. Για παράδειγμα, αν κάποιος "είναι αγχώδης", αντί να λέει "είμαι αγχώδης", μπορεί να παρατηρεί το άγχος και τις αντίστοιχες σκέψεις ως φαινόμενα και να μην ταυτίζεται μ’ αυτά. Ο εαυτός (το Είμαι, η συνειδητή παρουσία) παρατηρεί τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις συμπεριφορές και αυτά χάνουν αυτομάτως τον απόλυτο χαρακτήρα τους. Το ίδιο ισχύει για όλα τα χαρακτηριστικά μιας προσωπικότητας. Το να βλέπουμε κάτι σαν μη-εαυτό, δηλαδή ως παρατηρούμενα φαινόμενα που δεν είναι δικά μας, εκτός του ότι πρόκειται για την αντικειμενική οπτική, μάς βοηθάει να τα υπερβούμε και να τα ξεπεράσουμε. Βέβαια κάποια στοιχεία της προσωπικότητας είναι πολύ ισχυρά, γιατί αναμειγνύονται με συναισθήματα, πεποιθήσεις, συνήθειες και συμπεριφορές που έχουν ενσωματωθεί στο νευρικό σύστημα. Ο σκοπός όμως δεν είναι να αξιολογούμε τι δεν μας αρέσει στην προσωπικότητα και να προσπαθούμε να το αλλάξουμε, αλλά να μάθουμε να τα βλέπουμε όλα αντικειμενικά, έτσι όπως είναι. Οποιαδήποτε παρέμβαση στο σύστημα πέρα από την αντικειμενική παρατήρησή τους, ενισχύει πάλι το εγώ, γιατί προέρχεται από μια επιθυμία που αφορά το εγώ (να γίνει το εγώ καλύτερο, πιο λειτουργικό, με λιγότερο δυσάρεστα συναισθήματα, κ.τ.λ). Το παράδοξο είναι ότι όταν αφηνόμαστε τελείως και παραδινόμαστε σ’ αυτό που συμβαίνει χωρίς να προσπαθούμε να το αλλάξουμε, τότε δεν τροφοδοτείται άλλο και είναι πιο πιθανό να εξασθενήσει και να φύγει.
Το εγώ έχει μια χρησιμότητα: είναι απαραίτητο για να βιώσουμε το “άλλο”, δηλαδή τον κόσμο των μορφών και των εμπειριών. Για να γνωρίσει η ύπαρξη (ο Εαυτός, η επίγνωση) τον κόσμο των εμπειριών, πρέπει να εμφανιστεί με μια πεπερασμένη μορφή που είναι το εγώ και η αίσθηση της χωριστότητας. Το τίμημα αυτής της μορφοποίησης είναι ότι ο Εαυτός “ξεχνάει” προσωρινά την άπειρη και αδιαίρετη φύση του και ανάλογα με τη διαμόρφωση του εγώ μπορεί να εμφανιστούν διάφορα προβλήματα: το εγώ επιθυμεί κάποια πράγματα (δύναμη, επέκταση, ευχάριστες εμπειρίες και συναισθήματα, ή ακόμα και εξουσία, να ξεχωρίζει, να το θαυμάζουν, κ.ο.κ.) και αποστρέφεται άλλα (τη μείωση, τη συρρίκνωση, την εξαφάνιση, την ταπεινότητα, κ.ο.κ). Οι επιθυμίες οδηγούν σε εγωικές ενέργειες και οι αποστροφές οδηγούν σε φόβους. Και η ζωή των περισσότερων ανθρώπων διαμορφώνεται ανάλογα μ’ αυτές τις δύο δυνάμεις.
Με λίγα λόγια, η χρησιμότητα του εγώ περιορίζεται στο να γνωρίσει ο Εαυτός τον κόσμο των μορφών και των εμπειριών. Πολλοί λένε ότι εξυπηρετεί την επιβίωση του σώματος γιατί το εγώ είναι αυτό που λέει “θέλω να ζω, θέλω να υπάρχω”, αλλά αν δούμε τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς (ακόμα και τους μονοκύτταρους), διαθέτουν όλους τους απαραίτητους μηχανισμούς για να επιβιώσουν χωρίς να χρειάζονται ένα εγώ ή τις σκέψεις.
Η αυτογνωσία δεν αναφέρεται τόσο στην προσωπικότητα και στον τρόπο που λειτουργεί το σύστημά μας, όσο στη γνώση της φύσης του εαυτού. Ως εαυτό εννοούμε αυτό που μας δίνει τη γνώση της ύπαρξης (το Είμαι) και όχι την προσωπικότητα. Η προσωπικότητα αποτελείται από χαρακτηριστικά έμφυτα και επίκτητα που υπόκεινται σε μεταβολές. Το Είμαι (η γνώση της ύπαρξης) δεν αλλάζει.
Η προσωπικότητα έχει την ιδιότητα να παρουσιάζεται ως εαυτός. Είναι αυτό που λέμε “εγώ”. “Εγώ είμαι έτσι, εγώ είμαι κάπως, εγώ είμαι αυτός που…” κτλ. Όλα αυτά αναφέρονται σε χαρακτηριστικά, ιδιότητες, ταυτότητες και ρόλους. Δεν είναι αυτή η φύση του εαυτού (γι’ αυτό και λέμε μερικές φορές “αληθινός εαυτός”, έναντι του ψευδούς εαυτού που είναι η προσωπικότητα ή το εγώ).
Το να γνωρίζουμε τη φύση του εαυτού μάς προστατεύει από το να μην ταυτιζόμαστε με την προσωπικότητα. Έτσι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας γίνονται παρατηρούμενα φαινόμενα και δεν τα νιώθουμε ως απόλυτες αλήθειες. Για παράδειγμα, αν κάποιος "είναι αγχώδης", αντί να λέει "είμαι αγχώδης", μπορεί να παρατηρεί το άγχος και τις αντίστοιχες σκέψεις ως φαινόμενα και να μην ταυτίζεται μ’ αυτά. Ο εαυτός (το Είμαι, η συνειδητή παρουσία) παρατηρεί τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις συμπεριφορές και αυτά χάνουν αυτομάτως τον απόλυτο χαρακτήρα τους. Το ίδιο ισχύει για όλα τα χαρακτηριστικά μιας προσωπικότητας. Το να βλέπουμε κάτι σαν μη-εαυτό, δηλαδή ως παρατηρούμενα φαινόμενα που δεν είναι δικά μας, εκτός του ότι πρόκειται για την αντικειμενική οπτική, μάς βοηθάει να τα υπερβούμε και να τα ξεπεράσουμε. Βέβαια κάποια στοιχεία της προσωπικότητας είναι πολύ ισχυρά, γιατί αναμειγνύονται με συναισθήματα, πεποιθήσεις, συνήθειες και συμπεριφορές που έχουν ενσωματωθεί στο νευρικό σύστημα. Ο σκοπός όμως δεν είναι να αξιολογούμε τι δεν μας αρέσει στην προσωπικότητα και να προσπαθούμε να το αλλάξουμε, αλλά να μάθουμε να τα βλέπουμε όλα αντικειμενικά, έτσι όπως είναι. Οποιαδήποτε παρέμβαση στο σύστημα πέρα από την αντικειμενική παρατήρησή τους, ενισχύει πάλι το εγώ, γιατί προέρχεται από μια επιθυμία που αφορά το εγώ (να γίνει το εγώ καλύτερο, πιο λειτουργικό, με λιγότερο δυσάρεστα συναισθήματα, κ.τ.λ). Το παράδοξο είναι ότι όταν αφηνόμαστε τελείως και παραδινόμαστε σ’ αυτό που συμβαίνει χωρίς να προσπαθούμε να το αλλάξουμε, τότε δεν τροφοδοτείται άλλο και είναι πιο πιθανό να εξασθενήσει και να φύγει.
Το εγώ έχει μια χρησιμότητα: είναι απαραίτητο για να βιώσουμε το “άλλο”, δηλαδή τον κόσμο των μορφών και των εμπειριών. Για να γνωρίσει η ύπαρξη (ο Εαυτός, η επίγνωση) τον κόσμο των εμπειριών, πρέπει να εμφανιστεί με μια πεπερασμένη μορφή που είναι το εγώ και η αίσθηση της χωριστότητας. Το τίμημα αυτής της μορφοποίησης είναι ότι ο Εαυτός “ξεχνάει” προσωρινά την άπειρη και αδιαίρετη φύση του και ανάλογα με τη διαμόρφωση του εγώ μπορεί να εμφανιστούν διάφορα προβλήματα: το εγώ επιθυμεί κάποια πράγματα (δύναμη, επέκταση, ευχάριστες εμπειρίες και συναισθήματα, ή ακόμα και εξουσία, να ξεχωρίζει, να το θαυμάζουν, κ.ο.κ.) και αποστρέφεται άλλα (τη μείωση, τη συρρίκνωση, την εξαφάνιση, την ταπεινότητα, κ.ο.κ). Οι επιθυμίες οδηγούν σε εγωικές ενέργειες και οι αποστροφές οδηγούν σε φόβους. Και η ζωή των περισσότερων ανθρώπων διαμορφώνεται ανάλογα μ’ αυτές τις δύο δυνάμεις.
Με λίγα λόγια, η χρησιμότητα του εγώ περιορίζεται στο να γνωρίσει ο Εαυτός τον κόσμο των μορφών και των εμπειριών. Πολλοί λένε ότι εξυπηρετεί την επιβίωση του σώματος γιατί το εγώ είναι αυτό που λέει “θέλω να ζω, θέλω να υπάρχω”, αλλά αν δούμε τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς (ακόμα και τους μονοκύτταρους), διαθέτουν όλους τους απαραίτητους μηχανισμούς για να επιβιώσουν χωρίς να χρειάζονται ένα εγώ ή τις σκέψεις.
一一一一一一
"Κατά την άποψή σου, τι γίνεται μετά το θάνατο; Θα έρθει η μέρα που θα δούμε για τελευταία φορά τα αγαπημένα μας πρόσωπα λίγο πριν το θάνατο, ή δεν πεθαίνουν ποτέ;"
Κατ' αρχήν, ό,τι πούμε για το θάνατο δεν μπορεί να βασίζεται σε βιωματικές εμπειρίες, αλλά σε υποθέσεις και μοντέλα που βασίζονται σε εμπειρίες "παρόμοιες" με το θάνατο, όπως ο βαθύς ύπνος χωρίς όνειρα, το κώμα, κ.τ.λ.
Κατ' αρχήν, ό,τι πούμε για το θάνατο δεν μπορεί να βασίζεται σε βιωματικές εμπειρίες, αλλά σε υποθέσεις και μοντέλα που βασίζονται σε εμπειρίες "παρόμοιες" με το θάνατο, όπως ο βαθύς ύπνος χωρίς όνειρα, το κώμα, κ.τ.λ.
Κατά τη γνώμη μου, ο βαθύς ύπνος χωρίς όνειρα μπορεί να μας πει πολλά για το θάνατο, γιατί είναι μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει επίγνωση των εμπειριών και της ύπαρξής μας. Αυτό που αποκαλούμε ζωή ουσιαστικά αναφέρεται στη φάση του ξύπνιου και στον ύπνο με όνειρα, δηλαδή εκεί που υπάρχει επίγνωση εμπειριών (αισθήσεων του σώματος, των πέντε αισθήσεων και των νοητικών προϊόντων). Στη φάση του ύπνου χωρίς όνειρα εξαφανίζονται όλα. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται η επίγνωση (η συνείδηση), αλλά εξαφανίζονται αυτά που μπορεί να γίνουν αντιληπτά από την επίγνωση και να αναγνωριστούν ως εμπειρίες.
Στο θάνατο το σώμα καταστρέφεται, οπότε οι εμπειρίες που βασίζονταν προηγουμένως στις σωματικές λειτουργίες εξαφανίζονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται και η επίγνωση. Απλώς η επίγνωση δεν έχει επίγνωση των συγκεκριμένων εμπειριών ενός συγκεκριμένου σώματος. Άλλα σώματα όμως εξακολουθούν να ζουν ή να δημιουργούνται και έτσι η επίγνωση έχει επίγνωση εκείνων των εμπειριών.
Η ουσία της ύπαρξής μας δεν καταστρέφεται με το θάνατο. Ακόμα και από φυσικής άποψης, η ενέργεια εξακολουθεί να υπάρχει, απλώς αλλάζει μορφές. Από “πνευματικής” άποψης, στο επίπεδο της επίγνωσης, η επίγνωση δεν καταστρέφεται, ούτε αλλάζει μορφή. Απλώς δεν φτάνουν σ’ αυτή οι εμπειρίες που προϋποθέτουν τη λειτουργία ενός σώματος.
Στον ύπνο χωρίς όνειρα υπάρχει δυνατότητα να έχει κανείς επίγνωση της ύπαρξής του. Μάλιστα, υπάρχουν ασκήσεις διαλογισμού που βοηθούν να αναπτύξει κάποιος το επίπεδο της συνειδητότητάς του τόσο πολύ ώστε να είναι συνειδητός και στον ύπνο. Τίποτα δεν αποκλείει το να μπορεί κάποιος να έχει επίγνωση της ύπαρξής του χωρίς το σώμα. Υπάρχουν και οι εξωσωματικές εμπειρίες που βιώνουν αρκετοί άνθρωποι και έχουν επίγνωση ότι υπάρχουν έξω από το σώμα. Ένα άλλο φαινόμενο που βιώνουν αρκετοί είναι το να ακούν τον εαυτό τους να ροχαλίζει ενώ κοιμούνται. Αυτό σημαίνει ότι η επίγνωση είναι αποταυτισμένη από τον ύπνο και έχει επίγνωση αυτής της εμπειρίας.
Για το αν βλέπουμε πάλι τα αγαπημένα μας πρόσωπα πριν το θάνατο υπάρχουν διάφορες μαρτυρίες και απόψεις. Πάντως η έννοια της ψυχής δεν απορρίπτεται από τη διδασκαλία της αυτογνωσίας και της επίγνωσης. Αυτό που ονομάζουμε ψυχή μπορεί να αντιστοιχεί στις ενέργειες ή σε άλλες δομές που είναι γύρω από το σώμα ή σε άλλο επίπεδο, αλλά συνδέονται με κάποιο τρόπο με το σώμα. Όταν πεθαίνει το σώμα αυτές μπορεί να συνεχίζουν να υπάρχουν στην επίγνωση και κάποια στιγμή, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορεί να αλληλεπιδρούμε μ’ αυτές. Όσον αφορά τον άνθρωπο, είναι πολύ περιορισμένες οι αντιληπτικές του ικανότητες, δηλαδή αυτά που μπορεί να αντιληφθεί η επίγνωση μέσω αυτού. Το φάσμα του φωτός, οι συχνότητες του ήχου, οι αισθήσεις του σώματος, όλα αυτά είναι πολύ πιο περιορισμένα αν τα συγκρίνουμε με τα ζώα (τις νυχτερίδες που διαθέτουν βιολογικά ραντάρ, τους σκύλους που ακούν συχνότητες που δεν μπορούμε να ακούσουμε εμείς ή που μυρίζουν μυρωδιές που δεν μπορούμε να μυρίσουμε, τα φίδια που αντιλαμβάνονται υπέρυθρες συχνότητες, κ.τ.λ). Τίποτα λοιπόν δεν αποκλείει ότι μετά το θάνατο παραμένουν σε κάποιο επίπεδο ενέργειες ή στοιχεία των ανθρώπων που έχουν πεθάνει, αλλά απλώς δεν μπορούμε να τις αντιληφθούμε εξαιτίας των περιορισμών του νευρικού συστήματος και του οργανισμού συνολικά.
Στο θάνατο το σώμα καταστρέφεται, οπότε οι εμπειρίες που βασίζονταν προηγουμένως στις σωματικές λειτουργίες εξαφανίζονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται και η επίγνωση. Απλώς η επίγνωση δεν έχει επίγνωση των συγκεκριμένων εμπειριών ενός συγκεκριμένου σώματος. Άλλα σώματα όμως εξακολουθούν να ζουν ή να δημιουργούνται και έτσι η επίγνωση έχει επίγνωση εκείνων των εμπειριών.
Η ουσία της ύπαρξής μας δεν καταστρέφεται με το θάνατο. Ακόμα και από φυσικής άποψης, η ενέργεια εξακολουθεί να υπάρχει, απλώς αλλάζει μορφές. Από “πνευματικής” άποψης, στο επίπεδο της επίγνωσης, η επίγνωση δεν καταστρέφεται, ούτε αλλάζει μορφή. Απλώς δεν φτάνουν σ’ αυτή οι εμπειρίες που προϋποθέτουν τη λειτουργία ενός σώματος.
Στον ύπνο χωρίς όνειρα υπάρχει δυνατότητα να έχει κανείς επίγνωση της ύπαρξής του. Μάλιστα, υπάρχουν ασκήσεις διαλογισμού που βοηθούν να αναπτύξει κάποιος το επίπεδο της συνειδητότητάς του τόσο πολύ ώστε να είναι συνειδητός και στον ύπνο. Τίποτα δεν αποκλείει το να μπορεί κάποιος να έχει επίγνωση της ύπαρξής του χωρίς το σώμα. Υπάρχουν και οι εξωσωματικές εμπειρίες που βιώνουν αρκετοί άνθρωποι και έχουν επίγνωση ότι υπάρχουν έξω από το σώμα. Ένα άλλο φαινόμενο που βιώνουν αρκετοί είναι το να ακούν τον εαυτό τους να ροχαλίζει ενώ κοιμούνται. Αυτό σημαίνει ότι η επίγνωση είναι αποταυτισμένη από τον ύπνο και έχει επίγνωση αυτής της εμπειρίας.
Για το αν βλέπουμε πάλι τα αγαπημένα μας πρόσωπα πριν το θάνατο υπάρχουν διάφορες μαρτυρίες και απόψεις. Πάντως η έννοια της ψυχής δεν απορρίπτεται από τη διδασκαλία της αυτογνωσίας και της επίγνωσης. Αυτό που ονομάζουμε ψυχή μπορεί να αντιστοιχεί στις ενέργειες ή σε άλλες δομές που είναι γύρω από το σώμα ή σε άλλο επίπεδο, αλλά συνδέονται με κάποιο τρόπο με το σώμα. Όταν πεθαίνει το σώμα αυτές μπορεί να συνεχίζουν να υπάρχουν στην επίγνωση και κάποια στιγμή, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορεί να αλληλεπιδρούμε μ’ αυτές. Όσον αφορά τον άνθρωπο, είναι πολύ περιορισμένες οι αντιληπτικές του ικανότητες, δηλαδή αυτά που μπορεί να αντιληφθεί η επίγνωση μέσω αυτού. Το φάσμα του φωτός, οι συχνότητες του ήχου, οι αισθήσεις του σώματος, όλα αυτά είναι πολύ πιο περιορισμένα αν τα συγκρίνουμε με τα ζώα (τις νυχτερίδες που διαθέτουν βιολογικά ραντάρ, τους σκύλους που ακούν συχνότητες που δεν μπορούμε να ακούσουμε εμείς ή που μυρίζουν μυρωδιές που δεν μπορούμε να μυρίσουμε, τα φίδια που αντιλαμβάνονται υπέρυθρες συχνότητες, κ.τ.λ). Τίποτα λοιπόν δεν αποκλείει ότι μετά το θάνατο παραμένουν σε κάποιο επίπεδο ενέργειες ή στοιχεία των ανθρώπων που έχουν πεθάνει, αλλά απλώς δεν μπορούμε να τις αντιληφθούμε εξαιτίας των περιορισμών του νευρικού συστήματος και του οργανισμού συνολικά.
Σχετικό άρθρο: Πώς να ξεπεράσουμε το φόβο του θανάτου
Και από την ενότητα "Ειδικές συμβουλές": Ανησυχίες για το θάνατο
一一一一一一
Επίσης, θα ήθελα να μάθω την θεώρησή σου σχετικά με το κάρμα και τη μετενσάρκωση (είναι κι αυτά επινοήματα της φαντασίας και αποκυήματα του νου;) και αν θεωρείς ότι έχει νόημα να ζητάμε μέσω της προσευχής βοήθεια από το Θεό για τα προβλήματα που μας απασχολούν."
Το να ζεις με επίγνωση δεν σημαίνει ότι παύεις να κάνεις πράγματα. Σημαίνει ότι οι πράξεις σου δεν διαμορφώνονται από εγωικά κίνητρα. Π.χ. αντί να θέλεις να κάνεις ένα επάγγελμα για να σε αναγνωρίσουν οι άλλοι ή για να εντυπωσιάσεις, επιλέγεις να κάνεις αυτό που σου αρέσει και σε εκφράζει. Η ίδια λογική εφαρμόζεται σε όλους τους τομείς της ζωής.
Στο χώρο της αυτογνωσίας και της πνευματικότητας μπορεί να βρει κανείς δασκάλους που πραγματικά έχουν απαλλαγεί από τον μηχανισμό της ταύτισης και άλλους που έχουν απελευθερωθεί μερικώς. Γενικά, νομίζω ότι οι πιο σοφοί δάσκαλοι (σαν τον Νισαργκαντάττα, τον Ραμάνα, τον Μούτζι, τον Κρισναμούρτι, τον Τόλλε, κ.ά.) είναι απελευθερωμένοι από το εγώ. Για να δεις αν κάποιος λειτουργεί στη βάση ενός εγωικού εαυτού, μπορείς να το καταλάβεις από τον τρόπο που ζει, πόσο επίγνωση έχει για όσα συμβαίνουν μέσα του, πόσο προσφέρει στους συνανθρώπους του και τα κίνητρα που διαμορφώνουν τις πράξεις του. Το σημαντικό όμως είναι η στάση της επίγνωσης. Αν ζεις συνειδητά, ακόμα και αν δεν έχει απαλλαγεί το σύστημά σου εντελώς από κάποιες προσκολλήσεις, επιθυμίες ή φόβους, η σταθερότητα στη συνειδητή στάση τελικά είναι αυτή που μετράει.
Το κάρμα και η μετενσάρκωση συνδέονται και μπορούν να ερμηνευτούν από τη διδασκαλία του μη δυϊσμού. Αν αποδεχόμαστε ότι αυτό που ονομάζουμε “φυσικός κόσμος” είναι στην ουσία μια μορφοποίηση της συνειδητότητας, τότε τίποτα δεν χάνεται μετά τη διάλυση μιας μορφής. Ενεργειακά στοιχεία τής κάθε μορφής μπορεί να μεταβιβαστούν σε επόμενες μορφές που θα δημιουργηθούν. Τα γονίδια είναι μόνο το ένα κομμάτι που αφορά τη συνέχεια των μορφών σε ένα επίπεδο. Στοιχεία του συλλογικού υποσυνείδητου προγραμματισμού μπορεί να μεταβιβάζονται σε μελλοντικές μορφές χωρίς να υπάρχει καν επαφή. Μη ξεχνάμε ότι στο κβαντικό επίπεδο δεν υπάρχουν αποστάσεις, χώρος ή χρόνος. Το κβαντικό επίπεδο είναι πάντα παρόν, ταυτόχρονα με αυτό που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Ο Ρούπερτ Σπάιρα χρησιμοποιεί ένα ωραίο παράδειγμα: σκέψου έναν ποταμό στον οποίο σε διάφορα σημεία του δημιουργούνται μικρές δίνες. Κάθε δίνη είναι και μια μορφή. Όταν διαλύεται μια δίνη, η ενέργεια που τη δημιούργησε δεν χάνεται, αλλά μεταφέρεται λίγο παρακάτω και δημιουργεί μια νέα μορφή. Αυτή η ενέργεια κουβαλάει πληροφορίες της προηγούμενης μορφής, οι οποίες επηρεάζουν τη δημιουργία της επόμενης. Το κάρμα, που περιλαμβάνει μια μορφή αποθήκευσης πληροφοριών που μεταβιβάζεται, όσο και η μετενσάρκωση που αφορά την ψυχή που συνεχίζει το ταξίδι της, μπορούν να εξηγηθούν με αυτό το μοντέλο. Σε πιο μορφοκεντρικό επίπεδο, κάρμα μπορεί να είναι και οι εμπειρίες που βιώνουμε και προέρχονται από τον προγραμματισμό μας, τον οποίο δεν έχουμε δει και υπερβεί. Η απελευθέρωση από το κάρμα έρχεται με τη στάση της επίγνωσης. Αποταυτίζεσαι μόνο από αυτά που βλέπεις.
Για το θέμα της προσευχής: αν προσευχή εννοούμε το “θεέ μου βοήθησέ με”, λειτουργεί περισσότερο αγχολυτικά - έχει και αυτό τη χρησιμότητά του. Αν εννοούμε το να παραμείνουμε σε κατάσταση απρόσωπης ύπαρξης, αυτή είναι και η πραγματική σημασία της προσευχής. Αυτά που μας απασχολούν τις περισσότερες φορές προέρχονται από εγωικές προσκολλήσεις και επιθυμίες. Αν ξεφύγουμε από αυτή τη στενή προσωπική οπτική της ύπαρξής μας, θα δούμε ότι δεν θα μας απασχολούν πια τόσο πολύ θέματα που παλιότερα μας προκαλούσαν διάφορα δυσάρεστα συναισθήματα. Για περισσότερα δες και το άρθρο "Η αληθινή προσευχή είναι μια πορεία επιστροφής στην πηγή μας".
Το κάρμα και η μετενσάρκωση συνδέονται και μπορούν να ερμηνευτούν από τη διδασκαλία του μη δυϊσμού. Αν αποδεχόμαστε ότι αυτό που ονομάζουμε “φυσικός κόσμος” είναι στην ουσία μια μορφοποίηση της συνειδητότητας, τότε τίποτα δεν χάνεται μετά τη διάλυση μιας μορφής. Ενεργειακά στοιχεία τής κάθε μορφής μπορεί να μεταβιβαστούν σε επόμενες μορφές που θα δημιουργηθούν. Τα γονίδια είναι μόνο το ένα κομμάτι που αφορά τη συνέχεια των μορφών σε ένα επίπεδο. Στοιχεία του συλλογικού υποσυνείδητου προγραμματισμού μπορεί να μεταβιβάζονται σε μελλοντικές μορφές χωρίς να υπάρχει καν επαφή. Μη ξεχνάμε ότι στο κβαντικό επίπεδο δεν υπάρχουν αποστάσεις, χώρος ή χρόνος. Το κβαντικό επίπεδο είναι πάντα παρόν, ταυτόχρονα με αυτό που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Ο Ρούπερτ Σπάιρα χρησιμοποιεί ένα ωραίο παράδειγμα: σκέψου έναν ποταμό στον οποίο σε διάφορα σημεία του δημιουργούνται μικρές δίνες. Κάθε δίνη είναι και μια μορφή. Όταν διαλύεται μια δίνη, η ενέργεια που τη δημιούργησε δεν χάνεται, αλλά μεταφέρεται λίγο παρακάτω και δημιουργεί μια νέα μορφή. Αυτή η ενέργεια κουβαλάει πληροφορίες της προηγούμενης μορφής, οι οποίες επηρεάζουν τη δημιουργία της επόμενης. Το κάρμα, που περιλαμβάνει μια μορφή αποθήκευσης πληροφοριών που μεταβιβάζεται, όσο και η μετενσάρκωση που αφορά την ψυχή που συνεχίζει το ταξίδι της, μπορούν να εξηγηθούν με αυτό το μοντέλο. Σε πιο μορφοκεντρικό επίπεδο, κάρμα μπορεί να είναι και οι εμπειρίες που βιώνουμε και προέρχονται από τον προγραμματισμό μας, τον οποίο δεν έχουμε δει και υπερβεί. Η απελευθέρωση από το κάρμα έρχεται με τη στάση της επίγνωσης. Αποταυτίζεσαι μόνο από αυτά που βλέπεις.
Για το θέμα της προσευχής: αν προσευχή εννοούμε το “θεέ μου βοήθησέ με”, λειτουργεί περισσότερο αγχολυτικά - έχει και αυτό τη χρησιμότητά του. Αν εννοούμε το να παραμείνουμε σε κατάσταση απρόσωπης ύπαρξης, αυτή είναι και η πραγματική σημασία της προσευχής. Αυτά που μας απασχολούν τις περισσότερες φορές προέρχονται από εγωικές προσκολλήσεις και επιθυμίες. Αν ξεφύγουμε από αυτή τη στενή προσωπική οπτική της ύπαρξής μας, θα δούμε ότι δεν θα μας απασχολούν πια τόσο πολύ θέματα που παλιότερα μας προκαλούσαν διάφορα δυσάρεστα συναισθήματα. Για περισσότερα δες και το άρθρο "Η αληθινή προσευχή είναι μια πορεία επιστροφής στην πηγή μας".
一一一一一一
"Όταν γύρω μας υπάρχουν άνθρωποι που μας πληγώνουν, πώς μπορούμε να μη χάνουμε το κέντρο και να μη βρισκόμαστε σε ανισορροπία;"
Εξαρτάται λίγο από την κάθε περίπτωση. Και εξαρτάται τι σημαίνει "μας πληγώνουν". Αν πρόκειται για κάτι που είπε κάποιος μια-δυο φορές και μας ενόχλησε, μπορεί η αιτία της ενόχλησης να βρίσκεται μέσα μας, γιατί π.χ. βασίζουμε την αξία μας σ' αυτά που λένε και σκέφτονται οι άλλοι για εμάς. Αν πρόκειται για κάποιου είδους λεκτική ή ψυχολογική κακοποίηση που επαναλαμβάνεται, πρέπει να δούμε την κατάσταση πιο ειδικά, γιατί μπορεί να πρόκειται για περίπτωση ανθρώπου με κάποιου είδους διαταραχή.
Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, μπορούμε να κάνουμε τα εξής: να μάθουμε να κατανοούμε ότι αυτά που λέει κάποιος δεν πρέπει να τα παίρνουμε προσωπικά, γιατί αντανακλούν απλώς αυτά που συμβαίνουν μέσα του και διαμορφώνονται από τον προγραμματισμό του, την ανατροφή του, τη διάθεσή του, κ.ά. Σε περιπτώσεις κακοποίησης, αν έχουμε την επιλογή και αν ο άλλος δεν έχει καμία διάθεση να δουλέψει πάνω στις κακές συμπεριφορές του, μπορούμε να απομακρυνθούμε. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, πρέπει να βάλουμε όρια μέσα μας σχετικά με το τι επιτρέπουμε να μας επηρεάζει και τι όχι. Αν έχουμε προσδοκίες από τον άλλον και περιμένουμε να συμπεριφέρεται διαφορετικά απ' ότι συμπεριφέρεται, θα απογοητευόμαστε συχνά.
Το κέντρο μας το χάνουμε όταν παρασυρόμαστε από αυτά που συμβαίνουν και χάνουμε την επαφή με την αυτοπαρατήρηση και τη συνειδητή στάση. Το κλειδί σε κάθε περίπτωση είναι να έχουμε επίγνωση για τον τρόπο που αντιδράμε εμείς μέσα μας. Αυτή η γνώση θα μας αποκαλύψει γιατί νιώθουμε έτσι και τι πρέπει να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά την κατάσταση.
Σχετικό άρθρο: Πώς να μην επηρεαζόμαστε από τους "αρνητικούς" ανθρώπους
一一一一一一