Η στάση της μη αντίστασης και της εν επιγνώσει παρατήρησης, ανθίζει μέσα από την παραδοχή της απουσίας ελέγχου, καθώς αποκαλύπτεται ο αυτορρυθμιζόμενος χαρακτήρας της Ύπαρξης. Με λίγη προσοχή μπορούμε να αναγνωρίσουμε την ανεπιτήδευτη αρμονία και ισορροπία που διέπει τα πάντα γύρω μας: από τις αυτόματες λειτουργίες του σώματος, τις ενστικτώδεις αντιδράσεις σε εξωγενή ερεθίσματα όλων των ζωντανών οργανισμών, μέχρι την αυτορρυθμιζόμενη δημιουργία οικοσυστημάτων και γαλαξιακών σμηνών.
Οπότε τι είναι αυτή η αίσθηση ελέγχου που όλοι έχουμε νιώσει, από πού πηγάζει και σε τι εξυπηρετεί;
Όπως κάθε μορφή της Ύπαρξης, η αίσθηση του ελέγχου εμπεριέχεται σ' Αυτήν και είναι μια άυλη μορφή της. Είναι μία ακόμα αίσθηση που εμφανίζεται στο πεδίο της επίγνωσής μας, με τον ίδιο αυτοματισμό που εμφανίζεται οποιαδήποτε άλλη αίσθηση (π.χ. δίψα), και με λίγη εκπαίδευση μπορεί και αυτή να συμπεριλαμβάνεται στα αντικείμενα της παρατήρησής μας.
Στα παρεπόμενα της αίσθησης του ελέγχου, συγκαταλέγονται το στρες, η αίσθηση κατορθώματος ή αποτυχίας και η εν γένει εικόνα του ατόμου ως αυθύπαρκτη οντότητα. Ωστόσο, όσα απότοκα και να δημιουργούνται με την εμφάνισή της, παραμένει μια ακόμα άυλη μορφή της Ύπαρξης (της Ουσίας, του Εαυτού).
Η αίσθηση του ελέγχου έχει εξυπηρετήσει για χιλιετίες τον άνθρωπο. Έχει δώσει τη δυνατότητα της επιλογής σε ζητήματα που καθόρισαν την επιβίωση, την επικράτηση και την ομαλή διαβίωσή του, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Θεσπίστηκαν ηθικά, κοινωνικά και πρακτικά κριτήρια τα οποία κατηύθυναν τις επιλογές των ανθρώπων με γνώμονα την καλυτέρευση της ζωής.
Ωστόσο, εκτός από την αίσθηση της προσωπικής επιλογής και της ελευθερίας της βούλησης, η αίσθηση του ελέγχου σε συνδυασμό με την αδιάκοπη λειτουργία του νου, ενισχύει την αίσθηση του ατόμου.
Βλέπουμε λοιπόν πως αυτή η αίσθηση αφενός εξυπηρετεί το άτομο ως μονάδα και αφετέρου τον άνθρωπο ως κοινωνικό σύνολο, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην υπέρβαση του εγωικού εαυτού. Η πιο συχνή αντίσταση που συναντάμε όταν ωθούμε κάποιον στη συνειδητοποίηση και στην παραδοχή της απουσίας του ελέγχου είναι: "Αν αφήσω τον έλεγχο, αν δεν ελέγχω, θα καταστραφώ ή θα καταστρέψω άλλους".
Αυτή είναι η συχνότερη παρανόηση, καθώς ποτέ κάποιος δεν ήλεγξε πραγματικά κάτι. Αυτό που συνέβη είναι η ταύτιση με την αίσθηση του ελέγχου, αλλά όπως αναφέραμε και νωρίτερα, η αίσθηση του ελέγχου είναι ένα ακόμα παρατηρήσιμο αντικείμενο στο πεδίο της επίγνωσής μας.
Όταν κάποιος βρίσκεται στο δρόμο της υπέρβασης του εγωικού εαυτού, η μόνη αίσθηση ελέγχου που συμφέρει να έχει είναι το πού βρίσκεται η προσοχή του. Όλα τα άλλα απλώς θα ενδυναμώνουν την αίσθηση του ατόμου. Ωστόσο, θα έρθει η στιγμή όπου και αυτή η τελευταία αίσθηση ελέγχου, το πού βρίσκεται η προσοχή, θα πρέπει να εγκαταλειφθεί.
Αναγνωρίζεται πια πως ο κίνδυνος της "καταστροφής" δεν υφίσταται, καθώς η ευφυία της ζωής που έχει δημιουργήσει τα πάντα γύρω μας είναι υπεραρκετή για τη συνέχιση της επιβίωσης και της βέλτιστης λειτουργίας του συστήματος σώματος-νου, σε όλα τα επίπεδα.
Ο φόβος της καταστροφής προέρχεται από τον νου, ο οποίος ορθά αντιλαμβάνεται καταστροφή, αλλά πρόκειται για τη δική του: αυτό που γνώριζε ότι είναι μέχρι τότε, ο απόλυτος κυρίαρχος και καθοδηγητής του ατόμου. Χρησιμοποιεί κάθε διαθέσιμο επιχείρημα ώστε να πείσει για τη μη ολοκληρωτική παράδοση του ελέγχου, καθώς η επιβίωση και η λειτουργία του ατόμου είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία του νου.
Στον αντίποδα, εκεί που ο έλεγχος έχει παραδοθεί εξολοκλήρου στη ζωή, ο νους εξακολουθεί να υφίσταται, αλλά ως ένα ακόμα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, όπως είναι τα μάτια και η όραση. Αποκτά πρακτική φύση και φτάνει στον τελικό σκοπό της δημιουργίας του. Αυτόν του πιστού συμβούλου και του καλού φίλου, του αντικειμενικού δείκτη και της κρυστάλλινης γνωστικής αντίληψης. Κάνει την εμφάνισή του όταν είναι αναγκαίο, ανταποκρίνεται πιο γρήγορα και με μεγαλύτερη σαφήνεια, είναι πιο δημιουργικός, είναι πιο ζωντανός.
Έχουμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας γνωστικά (μέσα από τον νου). Ωστόσο υπάρχει και η αντίληψη πέρα από το γνωστικό πεδίο, η αντίληψη της εν επιγνώσει βίωσης. Σε αυτό το πεδίο, της εν επιγνώσει βίωσης, ο νους μπορεί να εμφανίζεται, μπορεί και όχι. Μας συμφέρει να κρατήσουμε την αίσθηση του ελέγχου ώστε να επιστρέφουμε όλο και πιο συχνά στην εν επιγνώσει βίωση του παρόντος, αλλά από ένα σημείο και έπειτα συμφέρει (και εμάς και όλους γύρω μας) να εγκαταλείψουμε και αυτήν την αίσθηση, να πάμε πέρα από αυτή, και όταν κάνει την εμφάνισή της να συμπεριλαμβάνεται και αυτή άκριτα στα αντικείμενα που εμφανίζονται εντός του πεδίου της επίγνωσής μας.
Ηρώ Παπαδοπούλου