Τρεις είναι οι βασικοί άξονες στους οποίους κινείται κάποιος που αρχίζει να ζει πιο συνειδητά: η μείωση της φλυαρίας του νου, η αύξηση της επίγνωσης των εμπειριών του σώματος και η αναγνώριση της επίγνωσης ως την πραγματική φύση του εαυτού.
Με τον όρο "εσωτερική σιωπή" εννοούμε τη μείωση της φλυαρίας του νου που αποτελείται από τη φαντασία και τις σκέψεις γύρω από το "εγώ". Ως φαντασία εννοούμε όλες τις σκέψεις που αφορούν το μέλλον, το παρελθόν, καθώς και ερμηνείες για γεγονότα που συμβαίνουν στο παρόν. Τις σκέψεις που αφορούν το παρελθόν (κυρίως τις αναμνήσεις) μπορούμε να τις κατατάξουμε στη φαντασία, γιατί οι αναμνήσεις δεν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις εμπειρίες έτσι όπως συνέβησαν, αλλά έτσι όπως καταγράφηκαν, δηλαδή έτσι όπως τις εσωτερικεύσαμε και τις βιώσαμε. Επομένως, οι αναμνήσεις μοιάζουν περισσότερο με υποκειμενικά κατασκευάσματα, παρά με αντικειμενικές καταγραφές των εμπειριών.
Η μείωση της φλυαρίας του νου έχει σαν αποτέλεσμα την παραγωγή λιγότερων, αλλά ταυτόχρονα πιο ωφέλιμων και εστιασμένων σκέψεων, που αφορούν πρακτικά θέματα της καθημερινότητας και δεν αναλώνονται στο αναμάσημα του παρελθόντος και τα σενάρια για το μέλλον.
Η δεύτερη πτυχή της συνειδητής ζωής είναι η επίγνωση των εμπειριών που έχει το σώμα μας στο παρόν. Οι εμπειρίες αυτές είναι οι διάφορες αισθήσεις στο σώμα (ο πόνος, τα συναισθήματα, το μούδιασμα, η πείνα, η δίψα, κ.ά.) και οι πέντε αισθήσεις της αντίληψης (η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η γεύση και η αφή). Για το σώμα, ζω πιο συνειδητά σημαίνει στρέφω την προσοχή μου πιο συχνά στις εμπειρίες του σώματος, αντί να την αφήνω ανεξέλεγκτα να παρασύρεται από τις σκέψεις. Ο διαλογισμός είναι η καλύτερη άσκηση που συνδέει την παρατήρηση και την επίγνωση με τις εμπειρίες του σώματος.
Το αποτέλεσμα είναι να συνδεόμαστε καλύτερα με το σώμα σε όλα τα επίπεδα: ως προς τις διατροφικές του ανάγκες, τις συναισθηματικές, αλλά και τις ανάγκες του για μια καλή φυσική κατάσταση. Νιώθουμε δηλαδή πιο συχνά το σώμα μας, δεν το παραμελούμε και φροντίζουμε να μην στέκονται εμπόδιο οι σκέψεις στην ικανοποίηση των αναγκών του.
Αυτογνωσία σημαίνει εντοπίζω αυτό που ονομάζω "εγώ", ή "εαυτός", στην επίγνωση, δηλαδή στο Είμαι, στη γνώση της ύπαρξης, και όχι στις σκέψεις και στις ταυτότητες. Η επίγνωση είναι ο κοινός παρονομαστής όλων των εμπειριών του σώματος και του νου. Όταν λέμε "εγώ σκέφτομαι", στην πραγματικότητα εννοούμε "εγώ η επίγνωση έχω επίγνωση ότι εμφανίζονται σκέψεις". Όταν λέμε "εγώ αισθάνομαι", εννοούμε "εγώ η επίγνωση έχω επίγνωση ότι εμφανίζονται αισθήσεις ή συναισθήματα". Όταν λέμε "εγώ βλέπω", εννοούμε "εγώ η επίγνωση έχω επίγνωση ότι λειτουργεί η όραση".
Η επίγνωση δεν ταυτίζεται με τις εμπειρίες, αλλά παραμένει στο υπόβαθρο. Αν ταυτιστεί με τις εμπειρίες (τις σκέψεις, τις αισθήσεις ή τα συναισθήματα), βιώνουμε την απώλεια του εαυτού μέσα στην εκάστοτε εμπειρία. Ενίοτε δημιουργείται και μια ψεύτικη ταυτότητα που καθορίζεται ανάλογα με το περιεχόμενο των σκέψεων και το είδος των συναισθημάτων. Αν οι σκέψεις είναι σκέψεις απόρριψης του εαυτού, εμφανίζεται η αίσθηση της ανασφάλειας και της ανεπάρκειας ("είμαι ανάξιος, είμαι ανεπαρκής, δεν είμαι αρκετά καλός έτσι όπως είμαι") και ακολουθούν το άγχος, ο φόβος, η κατάθλιψη και άλλες συναισθηματικές διαταραχές.
Γι' αυτό η πορεία της αυτογνωσίας έγκειται ουσιαστικά στην κάθαρση του Είμαι (της επίγνωσης, της αχαρακτήριστης γνώσης της ύπαρξης) από όλα τα επίθετα, τις ταμπέλες, τους ρόλους, τις ταυτότητες, τους χαρακτηρισμούς και όλα τα υπαρξιακά δεσμά που επιβάλλει ο νους στο Είμαι.
Νίκος Μπάτρας
Διαχειριστής www.aytepignosi.com
Διαβάστε επίσης: