Και τώρα, σήμερα, ενώ καθόμουν σ' αυτή τη γλυκιά υπήνεμη ζέστη κοντά στη φωτιά μου κι έσπαγα ξύλα, το είδα να συμβαίνει: σηκώθηκε μια σιγανή απαλή αύρα, μια πνοή μόνο, και κατά εκατοντάδες και χιλιάδες πέταξαν τα φύλλα που τόσον καιρό φυλάγονταν πάνω στο δέντρο, σιωπηλά, εύκολα, πρόθυμα, κουρασμένα απ' την καρτερικότητα, κουρασμένα από το πείσμα και τη γενναιότητά τους.
Ό,τι άντεξε και αντιστάθηκε πέντε έξι μήνες υπέκυψε σ' ένα τίποτε, σε μια πνοή, επειδή είχε έρθει η στιγμή, επειδή η πικρή καρτερικότητα δεν χρειαζόταν πια. Σκορπίστηκαν και φτερούγισαν, χαμογελώντας, ώριμα, χωρίς αντίσταση. Το αεράκι ήταν πολύ ελαφρύ για να παρασύρει μακριά τα τόσο ελαφριά και λεπτά πια φύλλα, σαν σιγανή βροχή κύλησαν κάτω και σκέπασαν το δρόμο και το χορτάρι στη ρίζα του μικρού δέντρου, που κάποια απ' τα μπουμπούκια του είχαν κιόλας ανοίξει και πρασινίσει.
Τι μου είχε αποκαλυφθεί λοιπόν σ' αυτό το απροσδόκητο και συγκινητικό θέαμα; Ήταν ο θάνατος, ο τόσο εύκολος και πρόθυμος θάνατος των χειμωνιάτικων φύλλων; Ήταν η ζωή, η ορμητική και αλαλάζουσα νιότη των μπουμπουκιών που είχε πάρει τη θέση της με μια θέληση που 'χε ξαφνικά αφυπνιστεί; Ήταν θλιβερό; Ήταν χαρμόσυνο; Ήταν μια υπενθύμιση για μένα το γέροντα, να αφεθώ κι εγώ να φτερουγίσω και να πέσω, μια υπενθύμιση για το ότι ίσως παίρνω το χώρο των νέων και δυνατότερων;
Ή μήπως ήταν μια παρότρυνση ν' αντέξω όπως τα φύλλα της οξιάς, να σταθώ στα πόδια μου όσο το δυνατόν πιο πολύ και πιο επίμονα, ν' αντισταθώ και ν' αμυνθώ, γιατί τότε, τη σωστή στιγμή, ο αποχαιρετισμός θα είναι εύκολος και ευχάριστος;
Όχι, ήταν όπως κάθε θέαση, η αποκάλυψη του Μεγάλου και του Αιώνιου, της σύμπτωσης των αντιθέσεων από τη σύντηξή τους στη φωτιά της αλήθειας. Δεν σήμαινε τίποτε, δεν θύμιζε τίποτε. Σήμαινε μάλλον τα πάντα. Σήμαινε το μυστήριο της ύπαρξης κι ήταν όμορφο, ήταν ευτυχία, ήταν αίσθηση, ήταν δώρο και ανακάλυψη για τον παρατηρητή, όπως όταν η ακοή πλημμυρίζει με Μπαχ, η όραση με Σεζάν. Αυτά τα ονόματα και αυτές οι ερμηνείες δεν ήταν το βίωμα, ήρθαν μετά. Το βίωμα το ίδιο ήταν μόνο αποκάλυψη, θαύμα, μυστήριο, τόσο ωραίο όσο και σοβαρό, τόσο γλυκό όσο και αμείλικτο.
*Από το βιβλίο "Ωριμάζοντας γινόμαστε όλο και νεότεροι", Έρμαν Έσσε, Εκδόσεις Καστανιώτη
Διαβάστε επίσης: