Η διδασκαλία του Χριστού, όπως και άλλων σοφών δασκάλων, έχει παρερμηνευτεί σε μεγάλο βαθμό. Για να γίνει κατανοητή μια διδασκαλία με τέτοιο βάθος, απαιτείται ο νους που θα κληθεί να την κατανοήσει να είναι "καθαρός", δηλαδή να μην προβάλλει πάνω της το περιεχόμενό του, τις πεποιθήσεις του, τις ταυτότητές του και τις επιθυμίες του.
Ακολουθούν κάποιες από τις πιο γνωστές φράσεις και εκφράσεις του Χριστού, με εξηγήσεις που υπερβαίνουν τα στενά πλαίσια του θρησκευτικού λόγου.
Ο παράδεισος και το βασίλειο του θεού: Όταν ο Χριστός μιλούσε για τον παράδεισο και το βασίλειο του θεού, δεν εννοούσε ότι υπάρχει κάποιος τόπος που ονομάζεται παράδεισος, ούτε υπάρχει κάποιο βασίλειο που ανήκει σε κάποιον θεό. Ο παράδεισος είναι η κατάσταση της εσωτερικής γαλήνης, ασφάλειας και ηρεμίας που επιτυγχάνει κανείς με το να γίνει πιο συνειδητός (εξού και "το βασίλειο του θεού είναι μέσα στον άνθρωπο"). Χρησιμοποιεί τη λέξη "βασίλειο" γιατί εκείνη την εποχή υπήρχαν βασίλεια και βασιλιάδες. Σήμερα, αν ήθελε κάποιος να εκφράσει το ίδιο νόημα, δεν θα χρησιμοποιούσε την έκφραση "βασίλειο του θεού", αλλά τις λέξεις "ενοποιημένη πραγματικότητα", "το ένα", "το όλο", "η συνειδητότητα", "η επίγνωση", "η ύπαρξη". Υπάρχουν πολλές ταμπέλες που όμως όλες δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Απαρνήσου εαυτόν: Η διδασκαλία του Χριστού έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τη διδασκαλία του Βούδα, όπως και με άλλων σοφών δασκάλων. Ο Βούδας ονόμαζε "ψευδαίσθηση του εαυτού" ή "ψευδή εαυτό" την εγωική ταυτότητα που νομίζουμε όλοι ότι έχουμε. Σήμερα, στο χώρο της πνευματικής διδασκαλίας και της αυτογνωσίας, αυτό το ονομάζουμε Εγώ. Ο εγωικός εαυτός δηλαδή είναι προϊόν της ταύτισης της Ύπαρξης με τις σκέψεις και το σώμα - γι' αυτό λέμε "είμαι αυτός", "είμαι έτσι", "είμαι κάπως", κ.ο.κ. Το "είμαι" που είναι ο αληθινός, καθαρός, εαυτός (εξού και το όνομα του θεού "ο Ων", δηλαδή ο υπάρχων, η ύπαρξη), αναμιγνύεται με χαρακτηριστικά του σώματος και με σκέψεις, δημιουργώντας τις αντίστοιχες ταυτότητες. Με τη φράση "απαρνήσου εαυτόν", ο Χριστός μάς προέτρεπε να απαλλαγούμε από το Εγώ που δημιουργεί την αίσθηση του διαχωρισμού από το όλο.
Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι (σ' αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών): Ο φτωχός στο πνεύμα δεν είναι ο χαζός, ούτε αυτός που δεν ξέρει ή δεν καταλαβαίνει πολλά. Είναι το "είμαι" που δεν είναι ταυτισμένο με τον νου και άρα το πνεύμα (ή ψυχή) δεν κουβαλάει το βάρος της ταύτισης (των ταυτοτήτων, του Εγώ). Όταν κάποιος ζει απαλλαγμένος από αυτό το βάρος, βρίσκεται στη "βασιλεία των ουρανών", δηλαδή ζει γαλήνια και ευτυχισμένα.
Γιατί βλέπεις την ακίδα μέσα στο μάτι του αδερφού σου και δεν βλέπεις το δοκάρι μέσα στο δικό σου μάτι; Κρίνουμε και εντοπίζουμε ελαττώματα και μειονεκτήματα στους άλλους, επειδή η προσοχή μας είναι συνεχώς στραμμένη προς τα έξω και επειδή έτσι νιώθουμε μια προσωρινή εγωική ικανοποίηση. Ο άνθρωπος που ζει με ένα ψυχικό υπόβαθρο φόβου και ανεπάρκειας (για διάφορους λόγους που έχουν να κάνουν με το παρελθόν του, την ανατροφή του και τα παιδικά του βιώματα), βρίσκεται συνεχώς σε μια κατάσταση κριτικής και αναζήτησης ελαττωμάτων στους άλλους. Έτσι νιώθει ότι αυτός ξέρει, έχει δίκιο, είναι σωστός και απαλλάσσεται -πάλι προσωρινά- από το φόβο της συρρίκνωσης και της αυτομείωσης που τον ταλαιπωρεί.
Μην κρίνετε και δεν θα κριθείτε. Μην καταδικάζετε και δεν θα καταδικαστείτε. Συγχωρείτε και θα συγχωρεθείτε: Εδώ ο Χριστός αναφέρεται σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα "προβολή" ή, με άλλα λόγια, "βλέπουμε τον κόσμο όχι όπως είναι, αλλά όπως εμείς είμαστε". Όπως είπαμε προηγουμένως, όταν κάποιος κρίνει, το κάνει για να αυξήσει την αξία του - βγάζει τον άλλον λάθος για να νιώσει ότι αυτός είναι ο σωστός. Αυτός όμως που κρίνει, νιώθει ότι ζει μέσα σε ένα κόσμο όπου και οι άλλοι τον κρίνουν. Έχει μάθει να σχετίζεται με τους άλλους μέσα από τη σύγκριση: "αυτός είναι σωστός, αυτός είναι λάθος, αυτός είναι καλύτερος, αυτός είναι χειρότερος, κ.τ.λ". Για να σταματήσει κάποιος να κρίνει δεν αρκεί να υπακούσει σε κάποια εντολή, και αυτό είναι που έχουν παρερμηνεύσει πολλοί από αυτούς που μελετούν τη διδασκαλία του Χριστού. Τα εγωικά χαρακτηριστικά και οι λειτουργίες του δεν μπορούν να καταπιεστούν ή να σταματήσουν επειδή κάποιος είπε "μην κρίνεις". Σταματάς να κρίνεις όταν προηγηθεί η αυτοπαρατήρηση, η κατανόηση για το πώς δημιουργούνται οι σκέψεις της κριτικής και όταν εξασθενήσει η αίσθηση της ανεπάρκειας του Εγώ. Τότε είσαι έτοιμος να αποδεχτείς και τον άλλον όπως είναι, δηλαδή να τον συγχωρέσεις για ό,τι έχει κάνει.
Ακολουθούν κάποιες από τις πιο γνωστές φράσεις και εκφράσεις του Χριστού, με εξηγήσεις που υπερβαίνουν τα στενά πλαίσια του θρησκευτικού λόγου.
Ο παράδεισος και το βασίλειο του θεού: Όταν ο Χριστός μιλούσε για τον παράδεισο και το βασίλειο του θεού, δεν εννοούσε ότι υπάρχει κάποιος τόπος που ονομάζεται παράδεισος, ούτε υπάρχει κάποιο βασίλειο που ανήκει σε κάποιον θεό. Ο παράδεισος είναι η κατάσταση της εσωτερικής γαλήνης, ασφάλειας και ηρεμίας που επιτυγχάνει κανείς με το να γίνει πιο συνειδητός (εξού και "το βασίλειο του θεού είναι μέσα στον άνθρωπο"). Χρησιμοποιεί τη λέξη "βασίλειο" γιατί εκείνη την εποχή υπήρχαν βασίλεια και βασιλιάδες. Σήμερα, αν ήθελε κάποιος να εκφράσει το ίδιο νόημα, δεν θα χρησιμοποιούσε την έκφραση "βασίλειο του θεού", αλλά τις λέξεις "ενοποιημένη πραγματικότητα", "το ένα", "το όλο", "η συνειδητότητα", "η επίγνωση", "η ύπαρξη". Υπάρχουν πολλές ταμπέλες που όμως όλες δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Απαρνήσου εαυτόν: Η διδασκαλία του Χριστού έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τη διδασκαλία του Βούδα, όπως και με άλλων σοφών δασκάλων. Ο Βούδας ονόμαζε "ψευδαίσθηση του εαυτού" ή "ψευδή εαυτό" την εγωική ταυτότητα που νομίζουμε όλοι ότι έχουμε. Σήμερα, στο χώρο της πνευματικής διδασκαλίας και της αυτογνωσίας, αυτό το ονομάζουμε Εγώ. Ο εγωικός εαυτός δηλαδή είναι προϊόν της ταύτισης της Ύπαρξης με τις σκέψεις και το σώμα - γι' αυτό λέμε "είμαι αυτός", "είμαι έτσι", "είμαι κάπως", κ.ο.κ. Το "είμαι" που είναι ο αληθινός, καθαρός, εαυτός (εξού και το όνομα του θεού "ο Ων", δηλαδή ο υπάρχων, η ύπαρξη), αναμιγνύεται με χαρακτηριστικά του σώματος και με σκέψεις, δημιουργώντας τις αντίστοιχες ταυτότητες. Με τη φράση "απαρνήσου εαυτόν", ο Χριστός μάς προέτρεπε να απαλλαγούμε από το Εγώ που δημιουργεί την αίσθηση του διαχωρισμού από το όλο.
Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι (σ' αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών): Ο φτωχός στο πνεύμα δεν είναι ο χαζός, ούτε αυτός που δεν ξέρει ή δεν καταλαβαίνει πολλά. Είναι το "είμαι" που δεν είναι ταυτισμένο με τον νου και άρα το πνεύμα (ή ψυχή) δεν κουβαλάει το βάρος της ταύτισης (των ταυτοτήτων, του Εγώ). Όταν κάποιος ζει απαλλαγμένος από αυτό το βάρος, βρίσκεται στη "βασιλεία των ουρανών", δηλαδή ζει γαλήνια και ευτυχισμένα.
Γιατί βλέπεις την ακίδα μέσα στο μάτι του αδερφού σου και δεν βλέπεις το δοκάρι μέσα στο δικό σου μάτι; Κρίνουμε και εντοπίζουμε ελαττώματα και μειονεκτήματα στους άλλους, επειδή η προσοχή μας είναι συνεχώς στραμμένη προς τα έξω και επειδή έτσι νιώθουμε μια προσωρινή εγωική ικανοποίηση. Ο άνθρωπος που ζει με ένα ψυχικό υπόβαθρο φόβου και ανεπάρκειας (για διάφορους λόγους που έχουν να κάνουν με το παρελθόν του, την ανατροφή του και τα παιδικά του βιώματα), βρίσκεται συνεχώς σε μια κατάσταση κριτικής και αναζήτησης ελαττωμάτων στους άλλους. Έτσι νιώθει ότι αυτός ξέρει, έχει δίκιο, είναι σωστός και απαλλάσσεται -πάλι προσωρινά- από το φόβο της συρρίκνωσης και της αυτομείωσης που τον ταλαιπωρεί.
Μην κρίνετε και δεν θα κριθείτε. Μην καταδικάζετε και δεν θα καταδικαστείτε. Συγχωρείτε και θα συγχωρεθείτε: Εδώ ο Χριστός αναφέρεται σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα "προβολή" ή, με άλλα λόγια, "βλέπουμε τον κόσμο όχι όπως είναι, αλλά όπως εμείς είμαστε". Όπως είπαμε προηγουμένως, όταν κάποιος κρίνει, το κάνει για να αυξήσει την αξία του - βγάζει τον άλλον λάθος για να νιώσει ότι αυτός είναι ο σωστός. Αυτός όμως που κρίνει, νιώθει ότι ζει μέσα σε ένα κόσμο όπου και οι άλλοι τον κρίνουν. Έχει μάθει να σχετίζεται με τους άλλους μέσα από τη σύγκριση: "αυτός είναι σωστός, αυτός είναι λάθος, αυτός είναι καλύτερος, αυτός είναι χειρότερος, κ.τ.λ". Για να σταματήσει κάποιος να κρίνει δεν αρκεί να υπακούσει σε κάποια εντολή, και αυτό είναι που έχουν παρερμηνεύσει πολλοί από αυτούς που μελετούν τη διδασκαλία του Χριστού. Τα εγωικά χαρακτηριστικά και οι λειτουργίες του δεν μπορούν να καταπιεστούν ή να σταματήσουν επειδή κάποιος είπε "μην κρίνεις". Σταματάς να κρίνεις όταν προηγηθεί η αυτοπαρατήρηση, η κατανόηση για το πώς δημιουργούνται οι σκέψεις της κριτικής και όταν εξασθενήσει η αίσθηση της ανεπάρκειας του Εγώ. Τότε είσαι έτοιμος να αποδεχτείς και τον άλλον όπως είναι, δηλαδή να τον συγχωρέσεις για ό,τι έχει κάνει.
Αν κάποιος σε χαστουκίσει, γύρνα και το άλλο μάγουλο: Όταν ο Χριστός έλεγε "γύρνα και το άλλο μάγουλο", εννοούσε να μην αντιδράς στην επιθετικότητα του άλλου, δηλαδή στο Εγώ του άλλου. Η αντίδραση στο Εγώ είναι ο κύριος μηχανισμός μέσω του οποίου θρέφεται και συντηρείται το Εγώ. Κάποιος που κρίνει, κατηγορεί, φωνάζει, θυμώνει ή αντιπαρατίθεται, περιμένει από τον άλλο να αντιδράσει για να μπορέσει έτσι να ισχυροποιήσει ακόμα περισσότερο την προσωπική του θέση. Όπως και προηγουμένως, για να εφαρμόσει κάποιος το "γύρνα και το άλλο μάγουλο", προϋποθέτει ότι το Εγώ έχει ήδη αναγνωριστεί ως ένας ασυνείδητος μηχανισμός. Μόνο τότε μπορεί να αναγνωριστεί και ο ασυνείδητος μηχανισμός του άλλου και να διακοπεί η σχέση δράσης αντίδρασης. Η μη αντίδραση είναι τις περισσότερες φορές η καλύτερη στάση, γιατί σταματάει την ανατροφοδότηση των ασυνείδητων μοτίβων και μπορεί να λειτουργήσει ως καθρέφτης, βοηθώντας τον άλλον να παρατηρήσει πιο εύκολα τα δικά του εγωικά μοτίβα.
Η μεγαλύτερη δυσκολία στην ερμηνεία αυτού του τύπου των διδασκαλιών έγκειται στο ότι αγγίζουν την ουσία της υπαρξιακής εμπειρίας που ονομάζουμε ζωή και δεν αφορούν μόνο αυτά που βλέπουμε. Για να γίνουν κατανοητά αυτά τα λόγια πρέπει να υπερβούμε τον προγραμματισμό μας και να συνδεθούμε με το αιώνιο στοιχείο της γνώσης της ύπαρξης που κάποιοι κάποτε ονόμασαν θεό - λέξη που συνδέεται με το "θεώμαι" που σημαίνει παρατηρώ (εξού και οι λέξεις θέα, θεατής, θέατρο, θέαμα, θέαση, κ.ά). Παρατηρώ σημαίνει αποκτώ επίγνωση της ύπαρξης ενός αντικειμένου, που μπορεί να είναι οι αισθήσεις του σώματος, οι πέντε αισθήσεις της αντίληψης ή οι σκέψεις. Γι' αυτό και η παρατήρηση κατέχει ρόλο-κλειδί στην αυτογνωσία και τη μελέτη της φύσης της πραγματικότητας. Αυτό που παρατηρεί είναι αυτό που γνωρίζει τον κόσμο της μορφοποιημένης ενέργειας, ενώ αναγνωρίζει και τον εαυτό του ως την ίδια τη γνώση. Η γνώση αυτή (η επίγνωση) είναι πάντα παρούσα και αδιαίρετη, ενώ δεν εντοπίζεται στο χώρο και το χρόνο.
Τέλος, να σημειώσουμε ότι η επιλογή των παραπάνω φράσεων του Χριστού έγινε ενδεικτικά και με κριτήριο το κατά πόσο γνωστές είναι. Υπάρχουν και άλλες φράσεις του που έχουν παρόμοιο νόημα, εκφρασμένο με διαφορετικό τρόπο.
Νίκος Μπάτρας
Διαχειριστής www.aytepignosi.com
Διαβάστε επίσης: