Αν και υπάρχουν διάφοροι ορισμοί για το διαλογισμό, όλοι έχουν τα εξής κοινά χαρακτηριστικά: την εστίαση της προσοχής σε ένα αντικείμενο (συνήθως αυτό είναι η αναπνοή) και την παρατήρηση οποιουδήποτε άλλου "κινούμενου" αντικειμένου (σκέψη, αίσθηση του σώματος ή τις πέντε αισθήσεις). Η στάση μας απέναντι σε όλα αυτά είναι μια στάση αποδοχής και μη αντίστασης.
Η ουσία του διαλογισμού είναι να παρατηρεί κανείς ό,τι συμβαίνει, όπως συμβαίνει, την ώρα που συμβαίνει, χωρίς να διαμεσολαβεί αντίσταση που προέρχεται από το άτομο. Αλλά και όταν αυτή η τελευταία παρεμβάλλεται στη διαδικασία, παρατηρούμε το φαινόμενο και το αποδεχόμαστε ως άλλη μια λειτουργία του νου. Ο απώτερος σκοπός είναι η αποταύτιση από τον νου και η επιστροφή στην πραγματική μας θέση, που είναι η θέση της επίγνωσης.
Με το διαλογισμό, αυτό που ακούγεται θεωρητικό γίνεται ξεκάθαρο. Όταν παρατηρείς τη λειτουργία του νου, δηλαδή πώς δημιουργούνται οι σκέψεις, πώς αναπτύσσονται και πώς φεύγουν, σημαίνει ότι δεν είσαι πια ο νους σου - είσαι ο παρατηρητής του. Όντας ο παρατηρητής, σημαίνει επίσης ότι δεν επηρεάζεσαι από τις σκέψεις που δημιουργεί ο νους και δεν εγκλωβίζεσαι στην αλυσιδωτή τους μορφή ανάπτυξης (η μία σκέψη σε οδηγεί στην επόμενη, αυτή σε μία άλλη, κ.ο.κ).
Το όφελος από αυτή τη διαδικασία είναι το εξής: το σώμα δεν αντιδράει στις σκέψεις που δημιουργεί ο νους, όπως όταν είσαι ταυτισμένος μαζί του. Έτσι αποφεύγονται οι ασυνείδητες και υπερβολικές συναισθηματικές αντιδράσεις, πολλές από τις σωματοποιήσεις που δημιουργούνται από αυτές, ενώ παράλληλα επέρχεται μια συναισθηματική σταθερότητα. Γι' αυτό ο διαλογισμός προτείνεται από αρκετούς ειδικούς συμπληρωματικά στη θεραπεία κάποιων διαταραχών, όπως είναι το άγχος και η κατάθλιψη.
Περιληπτικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τη διαδικασία του διαλογισμού ως την παρατήρηση των σκέψεων, των αισθήσεων στο σώμα μας (συμπεριλαμβανομένων των συναισθημάτων) και των πέντε αισθήσεων. Όταν παρατηρεί κανείς αυτά τα φαινόμενα, αντιλαμβάνεται ποια είναι η πραγματική τους φύση. Ειδικά όσον αφορά τις σκέψεις, βλέπει ότι οι σκέψεις δεν έχουν πια τη δύναμη να προσδιορίσουν τι είμαστε, αλλά ούτε και να μας πουν ποια είναι η πραγματικότητα.
Οι περισσότεροι άνθρωποι μπλέκονται και εγκλωβίζονται καθημερινά στα ασταμάτητα σενάρια που δημιουργεί ο νους τους ανάλογα με τον προγραμματισμό του από το παρελθόν και τις ερμηνείες που είχαν συνηθίσει να εμπιστεύονται. Ο νους επαναλαμβάνει και αναπαράγει συνεχώς τις ίδιες σκέψεις, τις ίδιες απόψεις, τις ίδιες πεποιθήσεις, οι ρίζες των οποίων μπορεί να φτάνουν στην πρώιμη παιδική ηλικία. Τότε που, εντελώς ασυνείδητα, όντας ταυτισμένοι με τον νου και τα ακατέργαστα συναισθήματα, πιστεύαμε τις ερμηνείες του νου με βάση ένα κύριο συναίσθημα: το φόβο. Το φόβο της εγκατάλειψης, της απόρριψης, της ασημαντότητας και του θανάτου.
Για να ξεφύγουμε από αυτόν τον ανυπόφορο πόνο, δημιουργήσαμε τα αντίθετά τους: την προσκόλληση, την ανάγκη για αποδοχή και την ψευδαίσθηση της μονιμότητας και της σταθερότητας των γεγονότων, τόσο στην προσωπική μας ζωή όσο και στις συνθήκες διαβίωσής μας. Επιθυμούμε τα πράγματα να μην αλλάζουν, οι άνθρωποι που αγαπάμε να ζουν για πάντα (και εμείς το ίδιο), να αποκτούμε ολοένα και περισσότερα αγαθά αναζητώντας σ' αυτά την αίσθηση της ολοκλήρωσης, της κατοχής και της σταθερότητας, και άλλες παρόμοιες συμπεριφορές. Ο διαλογισμός μάς βοηθάει να δούμε την πλάνη σ' αυτό το σύστημα αντιλήψεων και πεποιθήσεων που έχουμε αναπτύξει από παιδιά και συνεχίζουμε να συντηρούμε μέχρι σήμερα.
Κάντε κλικ εδώ για να διαβάσετε το Μέρος Β'
Νίκος Μπάτρας
Διαχειριστής www.aytepignosi.com